Notes
Η Σάμος στο γύρισμα του 20ού αιώνα ανήκε μεν διοικητικά στην οθωμανική αυτοκρατορία, αλλά τελούσε υπό ημιαυτόνομο καθεστώς με ηγεμόνα ορθόδοξο, τον οποίο διόριζε η Υψηλή Πύλη. Τη θέση αυτή ανέλαβε το 1907 ο Ανδρέας Κοπάσης που εμφανιζόταν, αρχικά, ως υπέρμαχος των προνομίων του νησιού. Συγκρούστηκε, όμως, με τον επικεφαλής του φιλελεύθερου Κόμματος των Προοδευτικών, οι οποίοι επιζητούσαν την ένωση με την ηπειρωτική Ελλάδα, Θεμιστοκλή Σοφούλη. Για να τον αντιμετωπίσει κάλεσε, μυστικά, τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις που έφτασαν στο νησί στις 12/5/1908. Στη θέα του τουρκικού πλοίου " Δικελί ", ο σαμιακός λαός αντέδρασε ζητώντας από τον Κοπάση να εμποδίσει την απόβαση. Εκείνος αρνήθηκε και επακολούθησε σύρραξη με τις συμπλοκές στους δρόμους να κρατούν όλη μέρα και την επόμενη νύχτα. Η απροθυμία των Προστάτιδων Δυνάμεων να αντιδράσουν επέτρεψε στον Κοπάση να καλεσει ενισχύσεις και, έτσι, τρεις μέρες αργότερα έφτασαν στο Βαθύ δέκα τουρκικά πλοία με 5.000 στρατιώτες. Οι ένοπλοι Σαμιώτες ηττήθηκαν και άλλοι εγκατέλειψαν το νησί, άλλοι δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο ή πολυετή φυλάκιση. Τελικά, ο Κοπάσης δολοφονήθηκε στις 12/3/1912από το Μακεδόνα και μακεδονομάχο Σταύρο Μπαρέτη, ο οποίος ενέργησε υπό τις οδηγίες των εξόριστων στην Αθήνα Σαμίων, πολιτικών αντιπάλων του Κοπάση. Μετά τη δολοφονία επέστρεψε στη Σάμο ο Σοφούλης, κήρυξε την ένωση με την Ελλάδα και ανέλαβε προσωρινά τη διακυβέρνηση.